Η κυπριακή οικονομία βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στο μικροσκόπιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας στο πλαίσιο της 18ης μεταμνημονιακής αξιολόγηση. Σε ό,τι αφορά τον τραπεζικό τομέα επιβεβαιώθηκε η πρόοδος σε όλα τα μέτωπα (κεφάλαια, κερδοφορία, ποιότητα ενεργητικού), αν και παραμένει στοιχείο αδυναμίας το συνολικό ύψος του ιδιωτικού χρέους, ιδιαίτερα όσον αφορά τα δάνεια που έχουν μεταφερθεί στις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων. Το συνολικό ύψος του ιδιωτικού χρέους έχει μειωθεί από πέραν του 460% του ΑΕΠ το 2014 σε κάτω από 275%, αλλά το υψηλό επίπεδο των ΜΕΔ που έχει μεταφερθεί εκτός των τραπεζών παραμένει μια σοβαρή αδυναμία.
Σύμφωνα με τα τελευταία συγκεντρωτικά στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Κεντρική Τράπεζα, για το δεύτερο εξάμηνο του 2024, οι Εταιρείες Εξαγοράς Πιστώσεων (ΕΕΠ) κατείχαν δάνεια ύψους €20,303 δισ. από τα οποία €10,314 δισ. αφορούν φυσικά πρόσωπα και τα €9,989 δισ. νομικά. Από αυτά τα €19,108 δισ. παραμένουν μη εξυπηρετούμενα και το €1,195 δισ. είναι εξυπηρετούμενα. Οι ΕΕΠ κατείχαν στο τέλος του 2024 8.118 ακίνητα αξίας €1,028 δισ. Ο συνολικός αριθμός δανειοληπτών ανέρχεται σε 71.853.
Σε σχέση με τον Ιούνιο του 2024, το συνολικό υπόλοιπο των δανείων που κατείχαν οι ΕΕΠ έχει μειωθεί κατά 3,21%, τα ΜΕΔ μειώθηκαν κατά 2,8% (ήταν €19,663 δισ. το πρώτο εξάμηνο του 2024), έχει αυξηθεί ο αριθμός των ακινήτων που διαθέτουν (ήταν 7.610 αξίας €1,105 δισ. στις 30/6/2024) και έχει μειωθεί ο αριθμός των δανειοληπτών (ήταν 73.815).
Η τρέχουσα κατάσταση
Σύμφωνα με τα δεδομένα που ετέθησαν κατά τη 18η μεταμνημονιακή αξιολόγηση, το κυπριακό τραπεζικό σύστημα έχει παρουσιάσει σημαντική βελτίωση μετά την κρίση του 2013. Οι τράπεζες της Κύπρου διαθέτουν πλέον σημαντικά κεφαλαιακά αποθέματα και αποθέματα ρευστότητας, που τους επιτρέπουν την άνετη χρηματοδότηση νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Επιπλέον, οι κυπριακές τράπεζες έχουν περιορισμένη έκθεση σε μακροπρόθεσμους τίτλους σταθερού εισοδήματος και διαθέτουν μεγάλη ρευστότητα, με κατά μέσο όρο διπλάσιες καταθέσεις από ό,τι δάνεια.
Με βάση στοιχεία του τρίτου τριμήνου του 2024, τους πρώτους εννέα μήνες του 2024 οι κυπριακές τράπεζες διέθεταν συνολικά κεφάλαια €6,34 δισ., καταθέσεις €54,571 δισ. περιουσιακά στοιχεία €63,61 δισ. εκ των οποίων €24,4 δισ. δάνεια, επιτοκιακά έσοδα €2,131 δισ. και κέρδη €952,5 εκατ.
Η ισχυρή κεφαλαιακή θέση των τραπεζών επιτρέπει την περαιτέρω ανάπτυξη των δραστηριοτήτων τους. Ενδεικτική είναι η πρόσφατη κίνηση της Τράπεζας Κύπρου, η οποία προχωρά σε αποκλειστικές διαπραγματεύσεις με το επενδυτικό ταμείο CVC για την εξαγορά των δύο εταιρειών της Εθνικής Ασφαλιστικής στην Κύπρο, στο πλαίσιο της στρατηγικής της για αύξηση των μη επιτοκιακών εσόδων.
Η πιο αξιοσημείωτη εξέλιξη στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα είναι η ουσιαστική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) εντός των τραπεζών. Ο δείκτης ΜΕΔ των εγκεκριμένων πιστωτικών ιδρυμάτων υποχώρησε στο 6,6% τον Νοέμβριο του 2024, από 43,7% στο τέλος του 2017. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, τα ΜΕΔ εντός του τραπεζικού συστήματος ανέρχονται σε €1,258 δισ., σημειώνοντας τεράστια πρόοδο από τα επίπεδα-ρεκόρ μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση.
Αυτή η μείωση επιτεύχθηκε κυρίως μέσω της πώλησης μεγάλων πακέτων ΜΕΔ σε εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων. Υπενθυμίζεται ότι οι ΕΕΠ έχουν αναδειχθεί σε βασικούς παίκτες στη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους στην Κύπρο. Οι τράπεζες κατάφεραν να «καθαρίσουν» τους ισολογισμούς τους, τα €19,1 δισ. που κατέχουν οι ΕΕΠ εξακολουθούν να επιβαρύνουν την κυπριακή οικονομία και να αποτελεί μια πρόκληση η διαχείρισή τους.
Ο οίκος αξιολόγησης DBRS αναμένει περαιτέρω μείωση των ΜΕΔ τα επόμενα τρίμηνα, ωστόσο επισημαίνει ότι «η αντιμετώπιση αυτών των δανείων θα απαιτήσει χρόνο».
Εμπειρογνώμονες επισημαίνουν ότι για την περαιτέρω βελτίωση της οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος, απαιτείται να υπάρξει συνέπεια και σταθερότητα στο πλαίσιο διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Στη μεταμνημονιακή αξιολόγηση του φθινοπώρου του 2024, στην έκθεση που ετοίμασαν οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφέρονταν ότι ο κυπριακός τραπεζικός τομέας επέδειξε ανθεκτικότητα απέναντι στις συνεχιζόμενες οικονομικές και γεωπολιτικών προκλήσεων. Ο τομέας έχει διατηρήσει ένα ισχυρό επίπεδο κερδοφορίας παρόμοιο με το περασμένο έτος, κυρίως χάρη στις σταθερές επιδόσεις των εσόδων από τόκους. Οι καταθέσεις συνέχισαν να αυξάνονται και η δανειοδοτική δραστηριότητα παραμένει ζωηρή, παρά τις αβεβαιότητες που δημιουργούν οι γεωπολιτικές εντάσεις τόσο για τους δανειστές όσο και για τους δανειολήπτες. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα μειώθηκαν περαιτέρω, με όλους τους βασικούς δείκτες ποιότητας ενεργητικού να παρουσιάζουν βελτίωση. Οι τράπεζες και η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ΚΤΚ) διατηρούν επαγρύπνηση για τους λειτουργικούς κινδύνους που προκύπτουν από γεωπολιτικά γεγονότα, συμπεριλαμβανομένης της απειλής κυβερνοεπιθέσεων και των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Οι μεταρρυθμίσεις που εισήχθησαν όπως το σχέδιο Ενοίκιο Έναντι Δόσης και η ανανεωμένη διαδικασία εκποιήσεων, εφαρμόζονται. Οι εμπειρογνώμονες της ΕΕ σχολιάζουν ότι το ενδιαφέρον για το σχέδιο Ενοίκιο Έναντι Δόσης ξεπέρασε τις προσδοκίες. Η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης λειτούργησε χωρίς διακοπή τους πρώτους εννέα μήνες του 2024 και λειτουργεί ως αξιόπιστος μοχλός πίεσης για τους δανειολήπτες, αυξάνοντας τις αποπληρωμές των μη εξυπηρετούμενων δανείων.